Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

Εγώ και αυτοί

Είμαι το αριστερό σου χέρι
Είμαι η πληγή που πονάει
Ο άγνωστος που πρόσεξες το πρωί
Ο μουσικός του δρόμου , που ποτέ δεν έδωσες καμία σημασία
Είμαι αυτός που δεν συγχώρεσες
Αυτός που δεν του απάντησες
Αυτός που αντιπαθείς
Αυτός που μισείς
Είμαι αυτός , που δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτόν
Αυτός που σε φίλησε γλυκά
Αυτός που σε γάμησε
Είμαι αυτός που είδες να εκτελούν από την τηλεόραση
Είμαι αυτός που κάθισες δίπλα του , σήμερα στο αστικό
Αυτός που έβρισες χθες
Είμαι ο βρώμικος άστεγος που σιχαίνεσαι ακόμα και να αντικρίσεις
Είμαι αυτός που ονειρεύεσαι
Αυτός που πάντα θα ήθελες να έχεις

Έχω δύο παιδιά
Ένα αγόρι , ένα κορίτσι
Την μονάκριβή μου κόρη
Ζωή την φωνάζουνε
Είναι ατίθασο παιδί , γεμάτο νεύρο
Γελάει , κλαίει , φωνάζει
με αγκαλιάζει μερικές φορές
ο γιος μου είναι αλλιώς
είμαι περήφανος για αυτόν
θάνατο τον λένε
δεν μιλάει ποτέ , μόνο γράφει
γράφει και σκέφτεται
ώρες ώρες τον βρίσκω κρυφά , να ακούει μουσική
είμαι περήφανος και για τα δύο μου τα παιδιά
μόνος τα μεγαλώνω , δεν έχουν μάνα
πέθανε στην γέννα
τα παιδιά μου είναι δίδυμα
και τα έχω πάντα μαζί μου
έχω σκάψει με ένα λευκό κρητικό μαχαίρι το στέρνο μου
έκανα μια τρύπα
σκούπισα το αίμα
και πέταξα την σάρκα που περίσσευε
τα έβαλα εκεί μέσα , τα παιδιά μου
τώρα τριγυρίζουν και παίζουν ανάμεσα στα σωθικά μου
είμαι περήφανος για τα παιδιά μου.

Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

Επιστολή προς ανθρώπους ( ένα)

Ήρθε και πάλι αυτή η στιγμή. Ίσως να είναι η καλύτερη ώρα της ημέρας… Ήρθε η ώρα που με επισκέπτεται εκείνο το περίεργο συναίσθημα και με κάνει να θέλω να γράψω. Έτσι γρήγορα γρήγορα αρπάζω το τετράδιο που έχω πάντα πρόχειρο πάνω στο γραφείο μου και αρχίζω. Σήμερα συνειδητοποίησα πως έχω γράψει πολλά. Και είναι αρκετά για τα δεδομένα τα δικά μου, τουλάχιστον έτσι όπως με ήξερα έως τώρα. Είναι τόσα πολλά που θέλω να πω αλλά προτιμώ να κρατάω το στόμα μου κλειστό. Βλέπω τους άλλους να μιλούν. Έχω επιδιώξει να περνάω απαρατήρητος μερικές φορές. Δεν ξέρω γιατί , αλλά έτσι μου βγαίνει. Κάθε πρωί που ξυπνάω ελέγχω τον εαυτό μου να δω αν είναι νεκρός. Κλείνω για λίγα δευτερόλεπτα τα μάτια μου , μένω μέσα από τα σκεπάσματα και προσπαθώ να καταλάβω που βρίσκομαι. Είμαι στο σπίτι μου; Κάπου αλλού; Έχω φύγει; Συνήθως είμαι εκεί , στο σπίτι. Σήμερα δεν έχω θέμα. Δεν θα σε ζαλίσω ούτε για ανεκπλήρωτους έρωτες ή έρωτες που έχουν αργήσει ούτε για το ιντερνέτ , το Facebook ή την τηλεόραση. Πριν από λίγο άκουγα το 2+2=5 των Radiohead και σκάλωσα (όπως πάντα) σε ένα συγκεκριμένο στιχάκι. “It’s the devils way now. There is no way out. You can scream and you can shout , it’s to late now” Πραγματικά τι τέλειος στίχος; Πόσο τέλεια δομημένο μπορεί να είναι αυτό το σημείο του τραγουδιού; Είναι απλά μερικές λέξεις οι οποίες έχουν μπει σε μια συγκεκριμένη σειρά και δίνουν αυτό το υπέροχο νόημα. Πιστεύω πως αυτοί οι στίχοι εκφράζουν την απόλυτη απογοήτευση , την απόλυτη απόγνωση. Σημαίνουν πως τα πράγματα έχουν έρθει σε ένα σημείο που η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη. Τίποτα ακόμα και η θεϊκή παρέμβαση δεν θα μπορούσε να αλλάξει την ροή των γεγονότων από εδώ και πέρα. Μπορείς να φωνάξεις , να ουρλιάξεις , να χτυπηθείς ή απλά να μην κάνεις τίποτα. Παρόλα αυτά τα πράγματα θα συνεχιστούν έτσι όπως είναι προγραμματισμένα να γίνουν. Από το Α στο Β. Ελπίζω να καταλαβαίνεις τι εννοώ και ελπίζω ακόμα περισσότερο να είσαι στο κατάλληλο mood αυτή τη στιγμή που διαβάζεις αυτό το κείμενο.
Ίσως να σκέφτεσαι πως αναλύω πολύ τα πράγματα ή πως όταν ο Yorke έγραφε αυτά τα στιχάκια να ήταν μαστουρωμένος , να βιαζόταν ή απλά να έβαλε αυτές τις λέξεις γιατί αυτές κολλούσαν με τον ρυθμό. Εγώ πιστεύω πως όπως και να έχουν τα πράγματα ,όποιος και να έγραψε αυτά τα λόγια ή όπως και να τα έγραψε ξέρει… Το χέρι του δεν το κινούσε το σήμα που ξεκίνησε από τον εγκέφαλο αλλά η ψυχή με την παρέμβαση της καρδιάς. Πιστεύω πως αυτός που τα έγραψε αυτά (τα στιχάκια) έχει ζήσει από πολύ κοντά και την απογοήτευση και την απόλυτη απόγνωση. Αρχικά (η απελπισία) προσπαθεί να μπει στο μέσα στο σπίτι και να αποχρωματίσει τα πάντα γύρω σου. Την ακούς που χτυπάει τις πόρτες και τα παράθυρα άλλοτε μανιασμένη από θυμό και άλλοτε να προσπαθεί να σε πείσει να της ανοίξεις με λόγια και επιχειρήματα που μόνο σε έναν σχιζοφρενή ταιριάζουν. Όταν μπει αρχίζουν τα ζωύφια της να καλύπτουν πατώματα και τοίχους και σιγά σιγά καλύπτουν και σένα. Όταν τελειώσει μαζί σου θα προχωρήσει παρακάτω την ζωή της και θα συνεχίσει το έργο της. Εσύ απλά μένεις εκεί και πάλι μόνος μέσα σε αυτούς τους γαμημένους τέσσερις τοίχους πιο άδειος και πιο μόνος από ποτέ. Ένα ζωντανό ανθρωπόμορφο πλάσμα που το μόνο που κάνει είναι να καταναλώνει οξυγόνο και να χτυπάει η καρδιά του. Δεν ακούς , δεν μυρίζεις , δεν βλέπεις και δεν μπορείς να αγγίξεις τίποτα γιατί δεν αισθάνεσαι. Σου έχει τύχει ποτέ να μην αισθάνεσαι; Είναι το πιο σκληρό πράγμα που μπορεί να σου τύχει. Φαντάσου πως είναι σαν να ακούς έναν συγκεκριμένο και επαναλαμβανόμενο ήχο συνέχεια που παίζει στο κεφάλι σου 24 ώρες την ημέρα , 7 μέρες την εβδομάδα , 365 μέρες τον χρόνο. Κάπως έτσι είναι το να μην αισθάνεσαι τίποτα. Να μην μπορείς να αισθανθείς τίποτα. Σου απομακρύνει από καθετί καλό που ήθελες να κάνεις και δεν μπορείς να ζήσεις την ζωή.

Δεν ξέρω αν μου έχει τύχει να μην μπορώ να αισθανθώ ή μπορεί και να μου έχει τύχει αλλά να μην το θυμάμαι… Δεν ξέρω. Ίσως να νομίζεις πως γράφω μαλακίες και να σου ζαλίζω τα αρχίδια. Μακάρι όμως εκεί έξω να υπάρχουν και άλλες ευαίσθητες ψυχές πρόθυμες να χαμογελάσουν και να επικοινωνήσουν. Δεν μιλάω για το σώμα αλλά για την ψυχή. Το σώμα είναι ένα γαμημένο περιττό βάρος , ένα ερείπιο. Μιλάω για την ψυχή…

Θέλω να ανοίξω το στόμα μου και να καταπιώ όλον τον κόσμο, τα πάντα. Προς το παρόν υπάρχει μια μαύρη τρύπα μέσα μου που μου ρουφάει τα πάντα...

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Untitled three ( οι νύχτες )

Έπιασα για ακόμα μια φορά τον εαυτό μου να περπατάει σε έρημους δρόμους στα προάστια της πόλης αργά την νύχτα. Δεν ξέρω αλλά με έλκει αυτό το πράγμα. Δεν είναι λίγες οι φορές που προφασίζομαι διάφορα για να μπορέσω να φύγω έστω και για δέκα λεπτά και να περπατήσω παρέα με την μουσική μου. Έχω ακόμα αυτήν την απαίσια γεύση στο στόμα μου. Αισθάνομαι όλα μου τα δόντια τόσο ρευστά και με ξενερώνει απίστευτα αυτό το αίσθημα. Δεν με αφήνει να βυθιστώ στον κόσμο μου. Μου αρέσει η αντίληψη και η κοσμοθεωρία που έχω δημιουργήσει μόνος μου , στο κεφάλι μου , για τα πάντα. Είναι σαν να κρατώ ένα λεξικό το οποίο μόνον εγώ ξέρω να διαβάζω. Πίστευα πως είχα χάσει τον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια. Πως δεν ήμουν εγώ αυτός που κοιτούσα στον καθρέφτη κάθε πρωί. Πιο σφιχτός στις αντιδράσεις μου , πιο σκληρός , πιο εύθραυστος. Αυτά νομίζω πως είμαι τώρα… μάλλον…; Αυτή την στιγμή ακούω το Corpus Christi carol από τον Jeff Buckley και έχω απορροφηθεί τελείως στις σκέψεις μου. Είναι σωστό να περνάω τις νύχτες μου παρέα με την μουσική μου όταν έξω υπάρχει τόσος κόσμος; Τόσα χαμόγελα; Τόσο ποτό και καλοπέραση; Νέα γυναικεία κορμιά ποτισμένα μέχρι το κόκκαλο αλκοόλ και με ατσαλάκωτα 20 ευρα βγαλμένα πρόσφατα από το ατμ , υπόσχονται ιδρώτα , ουρλιαχτά και σάρκα. Μόνο. Άραγε είναι σωστό που απέχω; Εικοσάχρονες που πρόσφατα έφυγαν από το σπίτι τους και τους καταπιεστικούς γονείς και σχολείο ,σε κοιτούν στα μάτια και βλέπεις αυτό το αίσθημα υπεροχής που τις διατρέχει και νομίζουν πως το έχουν. Αυτή την αχόρταγη απληστία μασκαρεμένη σε σέξι κουνήματα και ακριβά ρούχα. Μα εγώ δεν βλέπω αυτό το πράγμα , αλλά βασανισμένες ψυχές από τα λάθη των προηγούμενων γενεών με ένα μαύρο μαντήλι στα μάτια σφιχτά δεμένο. Περιφέρονται στους δρόμους σταματώντας τους περαστικούς για λίγη πρόσκαιρη επιβεβαίωση. Να προσπαθούν να πείσουν τους περαστικούς πως βλέπουν πεντακάθαρα παρόλο που φοράνε το μαντήλι στα μάτια. Κουράστηκα. Κουράστηκα να βλέπω κουρασμένες και ανούσιους ανθρώπους να ανακοινώνουν στο Facebook το που στο διάολο θα πάνε να πνίξουν το βράδυ την μοναξιά τους. Ενώ το επόμενο μεσημέρι ακόμα μεθυσμένοι να ανεβάζουν τις φωτογραφίες του χθεσινοβραδινού ξεφαντώματος στο Facebook για να τις σχολιάσουν οι ίδιοι τους. Θέλω να με πλαισιώνουν έξυπνοι άνθρωποι με σπινθηροβόλο βλέμμα. Θεωρώ τον εαυτό μου ένα έξυπνο και ευαίσθητο άτομο το οποίο έχει την ψυχή ενός κλόουν. Που του επιτρέπει να τα σκατώνει στις πιο ακατάλληλες στιγμές. Αυτά είναι τα λόγια του Jim Morrison περιγράφοντας τον εαυτό του. Αυτή η περιγραφή νομίζω πως ταιριάζει γάντι σε μένα. Χωρίς να έχω καμιά σχέση με τον Jim και το έργο του. Νομίζω πως με αντιπροσωπεύουν απόλυτα αυτά τα λόγια. Δεν είμαι τίποτα περισσότερο , τίποτα λιγότερο. What you see is what you get. Βλέπω τα χρόνια να περνούν. Μέρες ,νύχτες ,άνθρωποι ,σκέψεις. Και τι κάνω εγώ για όλα αυτά; Στρίβω την πλάτη; Ειλικρινά δεν ξέρω αλλά ακόμα και την πλάτη να γυρίζω σε όλα αυτά είναι η μοναδική στιγμή της ζωής μου που δεν με ενδιαφέρει. Ένα πράγμα εύχομαι σε όλους τους ανθρώπους. Αγάπη. Να βιώσουν αυτό το μαγικό αίσθημα. Τον έρωτα και την αγάπη. Είναι οι σιωπηροί ηγέτες του βασιλείου των συναισθημάτων. Που είναι η αγάπη όμως; Νομίζω πως έχει αργήσει….

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Untitled two (Άνθρωποι)

Σιγά σιγά ο άνθρωπος αναλαμβάνει τον ρόλο της φύσης. Δεν μπορώ να πω πως ο άνθρωπος μπορεί να παίξει καλύτερα αυτόν τον ρόλο αλλά πως αυτό το θεατράκι που λέγεται πλανήτης γη φτάνει στο τέλος του. Η μάλλον στην παρακμή του.
“Έχεις κάποιον να σου πηγαίνει βόλτα τον σκύλο όταν δουλεύεις; Πόσες ώρες δουλεύεις; Τι έχεις σπουδάσει και γιατί;”Ερωτήματα λίγο πολύ σε όλους γνωστά. Όπως και οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Το θέμα είναι πως οι απαντήσεις δεν είναι απλά απαντήσεις αλλά ένα σύνολο πληροφοριών που φέρνει αναταραχές στην καθημερινότητά μας.
“Φρόντισε την στοματική υγεία του σκύλου σου. Πήγαινέ τον και εσύ μία φορά στον κτηνίατρο για να του εξετάσει τα δοντάκια του. Γίνε και εσύ ανάδοχος παιδιού από μία τριτοκοσμική χώρα στην απίστευτη τιμή των 30 ευρό τον μήνα.” Μεταξύ μας εγώ έχω βρει μία άλλη προσφορά με 28 ευρό το μήνα!Συμφέρει έτσι; Καλά ρε κοροϊδευόμαστε και μεταξύ μας; Ως που θα φτάσει αυτό το καρναβάλι που λέγεται σύγχρονος τρόπος ζωής; Ο καναπές έχει κάνει λακκούβα , η τηλεόραση παίζει 24 ώρες το 24ωρο , η 24άρα σύνδεση στο ίντερνετ που έχεις είναι υπεραρκετή για να μπορείς να σερφάρεις στο facebook και να κατεβάσεις και καμιά ξένη σειρά που κάνει θραύση στην Αμερική. Σύγχρονος τρόπος ζωής λέγεται αυτό; Ξαναρωτώ. Μήπως είναι urban culture ; Να ξέρω...να συμμορφωθώ και εγώ αν είναι... Οι ζωές των ανθρώπων είναι απελπιστικά άδειες. Το ίδιο και οι καρδιές τους. Έχουμε γίνει όλοι τόσο σκληροί , τόσο δύστροποι τα θέλουμε όλα και τα θέλουμε και με τον τρόπο που μας αρέσει. Τα μότο “ζήσε την στιγμή” ή “μάθε να ζητάς” μας έχει κάνει ακριβώς αυτά που προανέφερα επάνω. Απληστία μετονομασμένη και κουκουλωμένη σε ανάγκες και ανέσεις. Αισθάνομαι πως με έχουν στον τοίχο και τρομάζω στο θέαμα της απληστίας που αλλάζει πρόσωπα και σώμα. Ειδικά όταν μπαίνει και σε μένα μερικές φορές με πιάνει πανικός.
Συνειδητοποιώ την φθαρτή μου φύση. Και δεν μιλάω για φθορά που έχει να κάνει με το σώμα αλλά με το πνεύμα. Που είναι ο νεκρός 16χρονος , οεο; Μα φυσικά μέσα στον τάφο του να σαπίζει φυσιολογικά. Έκανε τα νούμερά του , έφτασε σε κορεσμό και τώρα μας βομβαρδίζουν με τον Σάκη και την γιουροβίσιον. “Αχ μακάρι να φέρει ο Σάκης την γιουροβίσιον του χρόνου στην χώρα μας” Αναρωτιέμαι μερικές φορές , ποιοι είναι ποιο ηλίθιοι; Αυτοί που παίρνουν μέρος σε αυτά τα καρναβάλια; Αυτοί που τα παρουσιάζουν; Αυτοί που τα παρακολουθούν; Οι όλοι αυτοί που τα πληρώνουν και ειδικά αυτοί που το κάνουν χωρίς την θέλησή τους; Μάλλον εμείς οι οποίοι δίνουμε 900 000 ευρό για να στείλουμε τον Σάκη και να φέρει την πρωτιά η οποία θα μας κοστίσει άλλο τόσο. Το αστείο είναι πως δεν μας ρώτησε κανένας για το αν θέλουμε να συμμετέχουμε σε κάτι τέτοιο. Εμείς όλοι έχουμε δώσει την εντύπωση πως μπορούν να μας δίνουν φάπες σαν να είμαστε οι τρελοί του χωριού. Και τώρα θα αναρωτιούνται πολλοί. Τα ξέρουμε όλα αυτά που μας λες ρε Γ.Π. Και τι μπορούμε να κάνουμε; Αλήθεια εδώ δεν ξέρω τι να κάνω εγώ με όλα αυτά που βλέπω και ακούω. Προς το παρών προσπαθώ να ανασείρω το σάπιο μου κουφάρι από τον βάλτο που το έχουνε ρίξει. Προσπαθώ να αφυπνίσω την υπνωτισμένη μου συνείδηση , την χαμένη μου ανθρωπιά και τα αρχέγονα ένστικτα αυτοσυντήρησης που στερούμαι εδώ και χρόνια λόγο τη έκθεσης μου στο δηλητήριο τους. Μας τα έχουν πάρει όλα. Όχι δια της βίας αλλά συνειδητά. Και μας τα πήρανε όλα για να μας δώσουν πλαστικά βυζιά , λευκά δόντια , τέλειο κορμί , καλοσχηματισμένη μύτη , όμορφα ρετρό γυαλιά και κανένα χρυσό ρολόι. Κουράστηκα να σκέφτομαι. Βέβαια μου πήραν και την επιλογή της ελεύθερης σκέψης. Δεν θέλω να σκέφτομαι αλλά να πράττω ελεύθερα. Όλα τα πλάσματα αυτού του τόπου έχουν στο κεφάλι τους το κατάλληλο λογισμικό ώστε να πράττουν ελεύθερα και να χρησιμοποιούν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Κάθε πράξη η οποία γίνεται με την κρίση του ενστίκτου είναι σωστή. Και κάθε πράξη που γίνεται με την κρίση του ελεύθερου ενστίκτου είναι σωστότερη. Τα συμπεράσματα δικά σας.

Κυριακή 1 Μαρτίου 2009

Λίγο πριν φτάσει στο τέρμα

Σήμερα το πρωί ήρθε ο Λ σπίτι μου μαζί με ένα παλιό ημερολόγιο που είχε βρει στο καφέ ενός χωριού. Του είπαν πως άνηκε σε έναν νέο που σκοτώθηκε στον πόλεμο όταν έπεσαν βόμβες πάνω στο τρένο που έφτανε από λεπτό σε λεπτό στον σταθμό. Μου είπε πως υπήρχε κάτι που άξιζε πολύ να διαβάσω. Ήταν τα τελευταία λόγια ή μάλλον σκέψεις του νέου καθώς τις κατέγραφε. «Η έκρηξη δεν τον άφησε να μας τα πει όλα» μου είπε.


(Απόσπασμα από το ημερολόγιο)


«Θυμάμαι τις παλιές ημέρες. Εκείνες της ελευθερίας και της ξεγνοιασιάς . Πραγματικά τότε δεν σκεφτόμασταν τίποτα. Βλέπαμε τον πόλεμο σαν κάτι πολύ μακρινό από μας. Βλέπεις , οι μόνες επαφές που είχαμε με τον πόλεμο ήταν μόνο μέσω της τηλεόρασης και φανταζόμασταν εκείνα τα μέρη σαν τριτοκοσμικά. Σαν μέρη που δε συμμορφώθηκαν στις επιταγές του δυτικού κόσμου για τεχνολογία και μόδα και πως κάτι «παίζετε» εκεί πέρα και για αυτό γίνετε ότι γίνετε. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Πριν πέσουν οι βόμβες εκεί υπήρχαν σπίτια , άνθρωποι και αυτοκίνητα .υπήρχε ζωή που κυλούσε σε έναν συγκεκριμένο ρυθμό και που ήξερε και για τις 42αρες οθόνες και για τα Zara. Προσωπικά πότε δεν περίμενα πως θα ακούσω τις σειρήνες του πολέμου. Πως θα βγω έξω από το σπίτι μου και θα αντικρίσω ανθρώπους θλιμμένους. Σαστισμένα μάτια να σε κοιτάνε και να σου λένε «τι γίνετε εδώ; Είναι πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει ή ένα κακό όνειρο». Το χειρότερο όλων ήρθε όταν εκείνο το βράδυ –πριν από δύο βδομάδες περίπου- άκουγα τα αεροπλάνα να περνάνε κυριολεκτικά πάνω από το σπίτι μου. Ήταν εκατοντάδες , ή τουλάχιστον έτσι τα αισθανόμουνα μέσα στον φόβο και την απειρία μου για τα του πολέμου. Βγήκα στο μπαλκόνι και αυτό που αντίκρισα ξεπερνούσε κατά πολύ την φαντασία μου. Ήταν τρομερό , έβλεπα μικρές λάμψεις στον ορίζοντα που έκαναν την νύχτα να φαίνεται σαν μέρα. Οι πυρκαγιές που ξέσπασαν στον βομβαρδισμένο ορίζοντα με πανικόβαλαν. Ήμουν έτοιμος να μπω μέσα στο σπίτι να πάρω μια βαλίτσα με δύο πράγματα και να εξαφανιστώ. Όταν μία δυνατή έκρηξη με έριξε κάτω. Ο κρότος ήταν πολύ δυνατός και ένιωσα τα γυαλιά της μπαλκονόπορτας να πέφτουν επάνω μου σε πολύ μικρά κομμάτια. Μου θύμισε τις μικρές σταγόνες της βροχής. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα σηκώνομαι πάνω και το θέαμα το οποίο αντίκρισα με ταρακούνησε τόσο πολύ που κατάλαβα πως βρίσκομαι μέσα στον πόλεμο και πως πρέπει να παλέψω για την ζωή μου. Είδα την εκκλησία που δέσποζε απέναντι από το σπίτι μου , αυτήν την πραγματικά μεγάλη εκκλησία ένα ερείπιο. Ένα σωρό από μπάζα τα οποία κάπνιζαν τον καπνό του πολέμου. Αυτό που δέσποζε πλέον ήταν ένα σκελετωμένο καμπαναριό έτοιμο να ηχήσει για μια τελευταία φορά που θα σήμαινε και το τέλος του , την παράδοσή του στην κληρονομιά του πολέμου. Αυτά τα λεπτά ή μάλλον αυτά τα δευτερόλεπτα τα θυμάμαι πολύ καθαρά και δεν μπορώ με τίποτα να τα διώξω από το κεφάλι μου. Το σώμα μου είχε γεμίσει μικρές πληγές από την τζαμαρία που είχε γίνει χίλια κομμάτια. Εκείνη την στιγμή δεν πονούσα καθόλου γιατί είχαν προτεραιότητα άλλα αισθήματα από εκείνα του πόνου. Την επόμενη μέρα μάζεψα όσα πράγματα μπόρεσα και πήγα στον σιδηροδρομικό σταθμό για να γυρίσω πίσω στο σπίτι μου. Με την οικογένειά μου είχα να μιλήσω τρεις εβδομάδες. Όλες οι τηλεπικοινωνίες ήταν κομμένες και με διάφορες πατέντες μπορούσαμε να δούμε λίγα νέα στην τηλεόραση. Όταν έφτασα στον σιδηροδρομικό σταθμό είδα πολύ κόσμο μαζεμένο στην ουρά να φωνάζει και να περιμένει ένα εισιτήριο. Ήταν όλοι τους τόσο τρομαγμένοι , τους ένιωθα. Ήταν θέμα χρόνου έως να γίνω και εγώ ένα με αυτούς. Να αρχίζω να φωνάζω και να σπρώχνω για ένα εισιτήριο. Μετά από τρεις ώρες αναμονής , φωνών και σπρωξίματος πήρα το εισιτήριο μου. Το τρένο έφευγε σε 20 λεπτά και αυτό που έπρεπε να κάνω ήταν να βρω την θέση μου και να τακτοποιηθώ. Το ταξίδι διαρκούσε 18 ώρες και δεν θα ήταν ότι πιο άνετο να ταξιδέψω όρθιος. Στην διαδρομή όταν δεν κοιμόμουν ή δεν σκεφτόμουν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών κοιτούσα έξω από το παράθυρο. Έβλεπα έρημους δρόμους με μεγάλες διαφημιστικές πινακίδες , πολυτελή και ντιζαϊνάτα αυτοκίνητα διαλυμένα , καμένα και παραδομένα στο μένος του πολέμου. Ήταν σχεδόν αστείο να βλέπεις όλα αυτά τα «δυτικά» υλικά αγαθά να έχουν προσαρτηθεί τόσο γρήγορα στην περιουσία του. Τελικά τίποτα δεν γλυτώνει , αναλογίστηκα. Μετά από πολλές ώρες στο τρένο έβλεπα ξανά –μετά από πολύ καιρό- γνώριμα μέρη. Είχα σχεδόν φτάσει και έβλεπα ξανά αυτά τα καταπράσινα λιβάδια…..»